h1

11. Τα διαπλεκόμενα της κοκαΐνης

19 Απριλίου, 2010

Ενα μεγάλο δίκτυο από συγκοινωνούντα δοχεία μεταξύ επιχειρηματικού κόσμου, κράτους και κοινωνίας, εμπλέκεται στο λαθρεμπόριο κοκαΐνης στην Ελλάδα.

Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγουν δύο έλληνες ερευνητές από τη Βρετανία, που ειδικεύονται στο οργανωμένο έγκλημα και πρόσφατα έκαναν μια σχετική δημοσίευση στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό «Global Crime».

Ο Πάνος Κωστάκος, υποψήφιος διδάκτορας στο Πανεπιστήμιο του Μπαθ, και ο Γιώργος Αντωνόπουλος, διδάκτορας στο Πανεπιστήμιο του Τίσαϊντ, εστίασαν στην κοινωνική οργάνωση γύρω από το λαθρεμπόριο κοκαΐνης στη χώρα μας. Παρ’ όλο που το υπουργείο Δικαιοσύνης δεν τους επέτρεψε να μιλήσουν με κρατούμενους που εμπλέκονται σε τέτοιες υποθέσεις, χρησιμοποίησαν πληθώρα πηγών.

Τα τελευταία δύο χρόνια πήραν συνεντεύξεις από σωφρονιστικούς υπαλλήλους των δικαστικών φυλακών Κορυδαλλού και των φυλακών ανηλίκων Αυλώνα, από αστυνομικούς, εργαζόμενους σε προγράμματα του ΟΚΑΝΑ, ανθρώπους που ασχολούνται με τη ναυτιλία κ.ά. Μελέτησαν, επίσης, δικαστικά αρχεία ελληνικών υποθέσεων λαθρεμπορίου κοκαΐνης καθώς και αναφορές από την Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων, την Ελληνική Αστυνομία και το Λιμενικό Σώμα, ιστορικά και δημοσιογραφικά αρχεία που φτάνουν έναν αιώνα πριν.

Κομβική παράμετρος της έρευνάς τους είναι ο ρόλος της ελληνικής ναυτιλίας, αφού «το λαθρεμπόριο κοκαΐνης ακολουθεί τις διαδρομές του νόμιμου εμπορίου», όπως αναφέρει ο Π. Κωστάκος. «Μετά το 1950 και τη συστηματική καταδίωξη των ναρκωτικών στις ΗΠΑ, οι λαθρέμποροι της Λατινικής Αμερικής (κυρίως της Κολομβίας, του Περού και της Βολιβίας, όπου παράγονται τα φύλλα κόκας) στράφηκαν στις αγοραστικά ισχυρές αγορές εκτός αμερικανικής ηπείρου -κυρίως στην Ευρώπη, αφού απέτυχαν στη Μέση Ανατολή. Και χρησιμοποίησαν τα δίκτυα επιχειρηματιών και εφοπλιστών που είχαν ήδη την τεχνογνωσία και την τεχνολογική υποδομή που απαιτούσαν τέτοιες μεταφορές μέσω Ατλαντικού».

Μύθος τα καρτέλ

Βασική διαπίστωση είναι πως «τα τελευταία χρόνια έχουν αλλάξει κάπως οι δίοδοι διακίνησης, δημιουργώντας νέα κανάλια, μέσω Βαλκανίων», όπως εξηγεί ο Γ. Αντωνόπουλος. «Σήμερα, που όλοι έχουν καταλάβει ότι η Ισπανία και η Ολλανδία είναι τα κέντρα εισαγωγής κοκαΐνης στην Ευρώπη, οι αρχές επικεντρώνουν εκεί τις έρευνές τους οπότε και οι έμποροι ψάχνουν άλλα κανάλια. Λιμάνια όπως του Πειραιά και της Πάτρας αναδεικνύονται σπουδαία κανάλια διαμετακόμισης».

Οι δύο ερευνητές απορρίπτουν τον μύθο που αναπαράγουν οι ελληνικές αρχές και τα ΜΜΕ, ότι υπάρχουν οργανώσεις τύπου «καρτέλ» και «νονοί» που ελέγχουν το συγκεκριμένο λαθρεμπόριο. Διαπιστώνουν πως υπάρχουν πολλοί «παίκτες» από διαφορετικά κοινωνικοοικονομικά στρώματα, επαγγέλματα και εθνικό υπόβαθρο, που στην πλειονότητά τους εμπλέκονται ευκαιριακά σε τέτοιες επιχειρήσεις. Εντοπίζουν αυτούς τους «παίκτες» σε τρία διαφορετικά επίπεδα:

Σε επιχειρηματικό επίπεδο, εμπλέκονται διάφοροι κλάδοι, με πρωταγωνιστές τη ναυτιλία και το «λιμάνι» αλλά και φορείς γύρω από τον αθλητισμό. Ποδοσφαιρικές ομάδες και αθλητικοί σύλλογοι εμφανίζονται μπλεγμένοι όλο και πιο συχνά σε υποθέσεις λαθρεμπορίου ναρκωτικών σε όλο τον κόσμο αλλά και στην Ελλάδα

Στις διάφορες φάσεις μεταφοράς και διακίνησης εμπλέκονται κι άλλοι: δικηγόροι που ξεπλένουν τα χρήματα των λαθρεμπόρων, ιδιοκτήτες γιοτ, καπετάνιοι, λιμενεργάτες που ξεφορτώνουν το εμπόρευμα στα λιμάνια, οδηγοί οχημάτων που το μεταφέρουν σε σπίτια και αποθήκες, «βαποράκια» -συνήθως Αφρικανοί- που καταπίνουν μικροποσότητες ή τις κρύβουν και προσπαθούν να τις περάσουν ταξιδεύοντας αεροπορικώς στην Ευρώπη κ.λπ.

Η εμπλοκή του κράτους εντοπίζεται εμμέσως σε διάφορα επίπεδα. Αφ’ ενός υπάρχει η ενδημική διαφθορά και η έλλειψη αποτελεσματικών ελέγχων, π.χ. στα λιμάνια, όπου αρκούν λίγα λαδώματα για να ξεφορτωθούν ανενόχλητα τεράστιες ποσότητες. Αφ’ ετέρου καταγράφηκαν ενδείξεις που προκαλούν υποψίες ότι κάποιες υποθέσεις καλύπτονται από πολιτικούς ή γενικά από την «άρχουσα τάξη» -με συμμετοχή παραδικαστικών κυκλωμάτων.

Χαρακτηριστική είναι μια υπόθεση κοκαΐνης που μελετήθηκε, στην οποία ένας τσιλιαδόρος (κατά την εκφόρτωση του ναρκωτικού από το καράβι) ήταν μπλεγμένος και σε υποθέσεις τράφικινγκ, αλλά αυτό δεν ερευνήθηκε από τη Δικαιοσύνη. Σε άλλες υποθέσεις αγνοήθηκαν άλλες αντίστοιχες διακλαδώσεις με το οργανωμένο έγκλημα.

Επιπλέον, μαρτυρίες και εκτιμήσεις συνεντευξιαζόμενων συνδέουν τις σημαντικότερες συλλήψεις για υποθέσεις ναρκωτικών με τις προαγωγές αστυνομικών. Η μελέτη των σχετικών δικογραφιών δείχνει, επίσης, ότι τους έπιασαν μάλλον «κατά λάθος» ή επειδή προηγήθηκαν πιέσεις από τις αμερικανικές διωκτικές αρχές (DEA, FBI).

Στα δίκτυα ζήτησης και διακίνησης αποτυπώνεται η εμπλοκή της ελληνικής κοινωνίας. Σε αντίθεση με την ηρωίνη και το χασίς, στην κοκαΐνη τα δίκτυα είναι κυρίως προσωπικά και αφορούν πιο ευυπόληπτα τμήματα του ελληνικού πληθυσμού. Αυτό καταδεικνύουν και υποθέσεις με μοντέλα και νεαρούς επιχειρηματίες που μελετήθηκαν. Και η τιμή, άλλωστε, αν και χαμηλότερη από την υπόλοιπη Ευρώπη, είναι απαγορευτική για φτωχότερα στρώματα (το 2007 ήταν 75-100 δολάρια το γραμμάριο).

Βαλκάνιοι και Κινέζοι

Τα τελευταία χρόνια, όμως, η αγορά απελευθερώνεται κάπως, με την εμπλοκή βαλκάνιων διακινητών. Αλβανοί που ήδη ήλεγχαν πιάτσες άλλων ναρκωτικών, έχουν επεκταθεί και στο εμπόριο κοκαΐνης. Στη διακίνηση μεγαλύτερων ποσοτήτων από τα λιμάνια προς τις πιάτσες εμπλέκονται όλο και περισσότερο Βούλγαροι και Σκοπιανοί.

Πρόσφατες ενδείξεις δείχνουν συμμετοχή κυκλωμάτων σωματεμπόρων, που χρησιμοποιούν πρόσφυγες στη διανομή κοκαΐνης, π.χ. στον καταυλισμό Αφγανών και Κούρδων στην Αγιά, δίπλα στο λιμάνι της Πάτρας, που γκρεμίστηκε το περασμένο καλοκαίρι.

«Οι δυναμικές του λαθρεμπορίου αναμένεται να αλλάξουν ακόμη περισσότερο στη χώρα μας και γενικά στα Βαλκάνια μετά την πρόσφατη ανάθεση σε κινεζικά συμφέροντα της εκμετάλλευσης του λιμανιού του Πειραιά» εκτιμά ο Π. Κωστάκος. «Κάτι τέτοιο συνέβη ήδη στο λιμάνι της Νάπολης, όπως δείχνουν έρευνες από την Ιταλία και νομίζω πως θα το δούμε και στην Ελλάδα τα επόμενα χρόνια».

Δυόμισι τόνοι σε δυόμισι δεκαετίες

Εκτιμήσεις για τις ποσότητες κοκαΐνης που διακινούνται στη χώρα δεν υπάρχουν. Τα μοναδικά στοιχεία αφορούν τις κατασχέσεις ποσοτήτων από τις αρχές. Από το 1980 μέχρι το 2006 είχαν κατασχεθεί συνολικά περίπου 2,5 τόνοι κοκαΐνης. Δεν είναι το ναρκωτικό που έχει κατασχεθεί περισσότερο. Μόνο μία φορά, το 2004, πιάστηκε ένα καράβι με 1,15 τόνο κοκαΐνης, τις υπόλοιπες χρονιές οι ποσότητες είναι πολύ μικρότερες.

Το 80% των ποσοτήτων που κατασχέθηκαν το διάστημα 2001-2006 προέρχονταν από τη Λατινική Αμερική. Εκτιμάται όμως ότι ακόμη και το 10% που ήρθε από την Ισπανία ή το 1,5% αλβανικής προέλευσης ήταν επίσης λατινοαμερικανικής προέλευσης.

Αγγελική ΜΠΟΥΜΠΟΥΚΑ, Τα διαπλεκόμενα της κοκαΐνηςΕλευθεροτυπία, 18/4/10

Σχολιάστε