h1

15. Ο στρατηγός Μπαλαφάρας

4 Μαΐου, 2011

Σαν πάει πια τ’ απομεσήμερο μ’όλους τους αξιωματικούς στο «Αιγαίο» να πιει καφέ, είναι παράσταση ολάκερη: Περπατά στη μέση τους, κ’ είναι τόσο πιο μεγαλοκαμωμένος απ’ όλους, που θαρρείς και βλέπεις κλώσσα με τα πουλιά της. Κανονίζουν όλοι την περπατησιά τους με τα βήματά του. Μα τι! Ρούπι δεν χάνουνε. Κάτι τούς διηγιέται την ώρα που περνάν από την προκυμαία και τον προσηκώνουνται με σεβασμό οι πολίτες από τις καρέκλες πού’ ναι αραδιασμένες έξω απ’ τους καφενέδες. Καμιά φορά, εκεί που περπατάνε ζερβοδέξια του και τον ακούνε που μιλά και κάνουν ολονών τα σαγόνια και τα πηλίκια «ναι-ναι», σταματά μια στη μέση του δρόμου για να τονίσει περισσότερο ΄νεα σημείο της κουβέντας του. Τότε μονομιάς σταματάνε κι όλοι οι αξιωματικοί με μια σούστα -τσιούπ!- και τον κοιτάνε μες στο στόμα. Ξαναβάζει μπρος ο Μπαλαφάρας, ξεκινάνε πάλι κι αυτοί. Σαν μπούνε μέσα στο «Αιγαίο», καθίζει στη μέση κι όλοι οι άλοι πια ένα γύρω του. Χαμογελούν και λιώνει ο κάντιος στ’ αχείλι τους, μόνο να μυριστούνε πως ο Στρατηγός λέει κάτι για χωρατό. Γελούνε σαν χαμογελάσει, και σαν τύχει πια και γελάσει και κείνος, αυτοί σπάνουνε στα χάχανα. Αχ, είναι ένα αξιοπερίεργο θέαμα όλα τούτα. Σαν του μιλάν έχουν το χέρι στο κεραμίδι. Λες κ’ ένας δυνατός ήλιος βγαίνει από τα χρυσάφια του και τους κάνει να ισκιώνουν τα μάτια με την απαλάμη. Μα η πιο παράξενη παντομίμα γίνεται σαν τους δώσει το χέρι. Τότες ο τρισευτυχισμένος αυτός που θα το σφίξει κατεβάζει γλήγορα το δεξί το δικό του απ’ το πηλίκιο, κι όσην ώρα κάνει χειραψία με το Στρατηγό χαιρετάει με το ζερβί του πούναι λεύτερο. Άφησε το χέρι του ο Στρατηγός; Κατεβαίνει γλήγορα το ζερβί απ’ το κούτελο κι ανεβαίνει το δεξί. Όλη τούτη τη γελοία μανούβρα πρέπει να τη δεις για να καταλάβεις την καραγκιόζικη νοστιμάδα της.

→ Στρατής Μυριβήλης, Η ζωή εν τάφω: Το βιβλίο του πολέμου, εκδ. Εστία, 2010

h1

14. Οθωμανική Βαβέλ

5 Φεβρουαρίου, 2011

Το 1651, κατά τη διάρκεια μιας στάσης στο παλάτι του Οθωμανού Παντισάχ, «η κατάρα της Βαβέλ έπληξε το Σεράι και τους Ιτσογλάν (νεαρούς και αξιωματικούς στην υπηρεσία του σουλτάνου) και τους εξουδετέρωσε». Μέσα στην αναστάτωσή τους, οι άνδρες λησμόνησαν το τουρκικόλ ιδίωμα, που το γνώριζαν μόνον επιφανειακά, «και στα έκπληκτα αυτιά όσων ήταν παρόντες, γράφει ο Πωλ Ρικώ (1668), έφτασε ένας σάλαγος από φωνές σε διάφορες γλώσσες. Τούτοι φώναζαν στα γεωργιανά, οι άλλοι στα αλβανικά, στα βοσνιακά, στα μιγκρελιανά, στα τουρκικά ή στα ιταλικά». Ενδιαφέρον παράδειγμα, και όχι μοναδικό (αρκεί να σκεφθούμε και το Αλγέρι των Τούρκων κουρσάρων)!

→ Fernand BRAUDEL, Γραμματική των Πολιτισμών, μετ. Άρης ΑΛΕΞΑΚΗΣ, εκδ. ΜΙΕΤ, Αθήνα, 2009

h1

13. Όταν ο Φρόιντ απέρριψε το Κοσμοπόλιταν

26 Απριλίου, 2010

Ο Freud πέθανε στις 23 Σεπτεμβρίου του 1939, σε ηλικία 83 ετών. Ως το τέλος σχεδόν έκανε καθημερινή ανάλυση και έγραφε. Τα τελευταία 20 χρόνια της ζωής του ήταν μια αξιόλογη περίοδος εγκαρτέρησης και δημιουργικότητας. Σ’ όλη του τη ζωή, είχε χρειαστεί μεγάλο κουράγιο για να συνεχίσει την εργασία του αψηφώντας τις επιθέσεις της κοινής γνώμης και των ιατρών συναδέλφων του. Αυτή την περίοδο, όμως, χρειαζόταν πολύ θάρρος για να συνεχίσει αψηφώντας την αποχώρηση πολλών μαθητών του και τη θηριωδία των Ναζί. Εκείνα τα χρόνια, ο Freud εξακολουθούσε να εργάζεται παρά τις υπερβολικές σωματικές ενοχλήσεις και τους πόνους, συμπεριλαμβανομένων 33 εγχειρήσεων για καρκίνο της γνάθου. Αν και δεν ήταν πλούσιος, απέρριψε πολλές επικερδείς προτάσεις που διαισθανόταν ότι θα έθεταν σε κίνδυνο την ποιότητα του έργου του. Στα 1920, αρνήθηκε την πρόταση του περιοδικού Cosmopolitan να γράψει για θέματα όπως «Η θέση του συζύγου στο σπίτι», απαντώντας: «Αν είχα πάρει, από την αρχή της καριέρας μου, στα σοβαρά τους λόγους που σας κάνουν να εκδίδετε το περιοδικό, είμαι βέβαιος ότι δε θα είχα γίνει διόλου γνωστός ούτε στην Αμερική ούτε στην Ευρώπη». Το 1924 απέρριψε τα 100.000 δολάρια που του προσέφερε ο Samuel Goldwyn για να συνεργαστεί στη δημιουργία κινηματογραφικών ταινιών με θέμα διάσημες ιστορίες αγάπης.

Lawrence A. PERVIN – Oliver P. JOHN, Θεωρίες Προσωπικότητας: έρευνα και εφαρμογές, μετ. Αρχοντούλα ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΠΟΥΛΟΥ – Ευγενία ΔΑΣΚΑΛΟΠΟΥΛΟΥ, εκδ. τυπωθήτω – ΓΙΩΡΓΟΣ ΔΑΡΔΑΝΟΣ, Αθήνα, 2001

h1

12. «Οι τάφοι έχουν φύλο και τάξη»

21 Απριλίου, 2010

«Τα κοιμητήρια και οι τόποι ταφής είναι μια εκτενής ιστορία της Αμερικής μέσα από ταφόπετρες και νεκρώσιμα τελετουργικά», υποστηρίζει η καθηγήτρια Πολιτισμικής Ιστορίας, Μέριλιν Γιάλομ.

Αυτό είναι το θέμα του τελευταίου βιβλίου της, που έχει τη μορφή λευκώματος, «Τα αμερικανικά νεκροταφεία. 400 χρόνια Ιστορίας μέσα από τα κοιμητήρια και τους τόπους ταφής» («The american resting place. Four hundred years of history through our cemeteries and burial grounds, 2004), που μόλις κυκλοφόρησε, από τις εκδόσεις «Αγρα». Η έκδοση συνοδεύεται από ογδόντα χαρακτηριστικές ασπρόμαυρες φωτογραφίες του γιου της, Ριντ Γιάλομ, που έχει εκδώσει και το λεύκωμα «Colonial noir: Photographs from Mexico».

Η Μέριλιν και ο Ριντ Γιάλομ για να φέρουν εις πέρας το κοινό έργο τους επισκέφθηκαν εκατοντάδες κοιμητήρια, διασχίζοντας απ’ άκρη σ’ άκρη τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η συγγραφέας, αφού αρχικά μάς εισάγει στους τρόπους ταφής των ιθαγενών Ινδιάνων, ακολούθως μελετά εξαντλητικά τους τρόπους ταφής των διαφόρων θρησκειών, εθνοτήτων και κοινοτήτων: προτεστάντες, πουριτανοί, καθολικοί, μαρμόνοι, μασόνοι, Εβραίοι, μουσουλμάνοι, Τσιγγάνοι, Μεξικανοί, Ρώσοι, Κεντροευρωπαίοι, Κινέζοι, Χαβανέζοι, σκλάβοι, χρυσοθήρες, αριστεροί και αναρχικοί, στρατιώτες του αμερικανικού εμφυλίου, χολιγουντιανοί αστέρες, μαικήνες και παρίες.

[…]

Είναι ταξική και φυλετική η αντιμετώπιση του θανάτου στις ΗΠΑ;

«Το χρήμα κάνει τη διαφορά στην επιλογή του νεκροταφείου και της ταφόπλακας. Ιστορικά, το φύλο κάνει τη διαφορά στην επιγραφή. Σχεδόν πάντα, οι γυναίκες χαρακτηρίζονται ως σύζυγος ή κόρη κάποιου, πράγμα που δεν ισχύει για τους άντρες».

[…]

Γιατί ορισμένοι εύποροι στήνουν τάφους – μαυσωλεία;

«Για να στεγάσουν διάφορα μέλη της οικογένειάς τους. Ενα μεγάλο μαυσωλείο, είναι σαν ένα μεγάλο σπίτι, είναι ένας τρόπος να επιδεικνύει κάποιος τον πλούτο του».

Μπροστά στον θάνατο είμαστε όλοι ίσοι;

«Ναι, αν και μπορεί ο θάνατος να γίνει ελαφρύτερος γι’ αυτούς που διαθέτουν καλή ιατρική φροντίδα, έχοντας γύρω τους την αγαπημένη τους οικογένεια και τους φίλους τους».

→ Βασίλης ΚΑΛΑΜΑΡΑΣ, «Οι τάφοι έχουν φύλο και τάξη»Ελευθεροτυπία, 20/4/10

h1

11. Τα διαπλεκόμενα της κοκαΐνης

19 Απριλίου, 2010

Ενα μεγάλο δίκτυο από συγκοινωνούντα δοχεία μεταξύ επιχειρηματικού κόσμου, κράτους και κοινωνίας, εμπλέκεται στο λαθρεμπόριο κοκαΐνης στην Ελλάδα.

Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγουν δύο έλληνες ερευνητές από τη Βρετανία, που ειδικεύονται στο οργανωμένο έγκλημα και πρόσφατα έκαναν μια σχετική δημοσίευση στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό «Global Crime».

Ο Πάνος Κωστάκος, υποψήφιος διδάκτορας στο Πανεπιστήμιο του Μπαθ, και ο Γιώργος Αντωνόπουλος, διδάκτορας στο Πανεπιστήμιο του Τίσαϊντ, εστίασαν στην κοινωνική οργάνωση γύρω από το λαθρεμπόριο κοκαΐνης στη χώρα μας. Παρ’ όλο που το υπουργείο Δικαιοσύνης δεν τους επέτρεψε να μιλήσουν με κρατούμενους που εμπλέκονται σε τέτοιες υποθέσεις, χρησιμοποίησαν πληθώρα πηγών.

Τα τελευταία δύο χρόνια πήραν συνεντεύξεις από σωφρονιστικούς υπαλλήλους των δικαστικών φυλακών Κορυδαλλού και των φυλακών ανηλίκων Αυλώνα, από αστυνομικούς, εργαζόμενους σε προγράμματα του ΟΚΑΝΑ, ανθρώπους που ασχολούνται με τη ναυτιλία κ.ά. Μελέτησαν, επίσης, δικαστικά αρχεία ελληνικών υποθέσεων λαθρεμπορίου κοκαΐνης καθώς και αναφορές από την Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων, την Ελληνική Αστυνομία και το Λιμενικό Σώμα, ιστορικά και δημοσιογραφικά αρχεία που φτάνουν έναν αιώνα πριν.

Κομβική παράμετρος της έρευνάς τους είναι ο ρόλος της ελληνικής ναυτιλίας, αφού «το λαθρεμπόριο κοκαΐνης ακολουθεί τις διαδρομές του νόμιμου εμπορίου», όπως αναφέρει ο Π. Κωστάκος. «Μετά το 1950 και τη συστηματική καταδίωξη των ναρκωτικών στις ΗΠΑ, οι λαθρέμποροι της Λατινικής Αμερικής (κυρίως της Κολομβίας, του Περού και της Βολιβίας, όπου παράγονται τα φύλλα κόκας) στράφηκαν στις αγοραστικά ισχυρές αγορές εκτός αμερικανικής ηπείρου -κυρίως στην Ευρώπη, αφού απέτυχαν στη Μέση Ανατολή. Και χρησιμοποίησαν τα δίκτυα επιχειρηματιών και εφοπλιστών που είχαν ήδη την τεχνογνωσία και την τεχνολογική υποδομή που απαιτούσαν τέτοιες μεταφορές μέσω Ατλαντικού».

Μύθος τα καρτέλ

Βασική διαπίστωση είναι πως «τα τελευταία χρόνια έχουν αλλάξει κάπως οι δίοδοι διακίνησης, δημιουργώντας νέα κανάλια, μέσω Βαλκανίων», όπως εξηγεί ο Γ. Αντωνόπουλος. «Σήμερα, που όλοι έχουν καταλάβει ότι η Ισπανία και η Ολλανδία είναι τα κέντρα εισαγωγής κοκαΐνης στην Ευρώπη, οι αρχές επικεντρώνουν εκεί τις έρευνές τους οπότε και οι έμποροι ψάχνουν άλλα κανάλια. Λιμάνια όπως του Πειραιά και της Πάτρας αναδεικνύονται σπουδαία κανάλια διαμετακόμισης».

Οι δύο ερευνητές απορρίπτουν τον μύθο που αναπαράγουν οι ελληνικές αρχές και τα ΜΜΕ, ότι υπάρχουν οργανώσεις τύπου «καρτέλ» και «νονοί» που ελέγχουν το συγκεκριμένο λαθρεμπόριο. Διαπιστώνουν πως υπάρχουν πολλοί «παίκτες» από διαφορετικά κοινωνικοοικονομικά στρώματα, επαγγέλματα και εθνικό υπόβαθρο, που στην πλειονότητά τους εμπλέκονται ευκαιριακά σε τέτοιες επιχειρήσεις. Εντοπίζουν αυτούς τους «παίκτες» σε τρία διαφορετικά επίπεδα:

Σε επιχειρηματικό επίπεδο, εμπλέκονται διάφοροι κλάδοι, με πρωταγωνιστές τη ναυτιλία και το «λιμάνι» αλλά και φορείς γύρω από τον αθλητισμό. Ποδοσφαιρικές ομάδες και αθλητικοί σύλλογοι εμφανίζονται μπλεγμένοι όλο και πιο συχνά σε υποθέσεις λαθρεμπορίου ναρκωτικών σε όλο τον κόσμο αλλά και στην Ελλάδα

Στις διάφορες φάσεις μεταφοράς και διακίνησης εμπλέκονται κι άλλοι: δικηγόροι που ξεπλένουν τα χρήματα των λαθρεμπόρων, ιδιοκτήτες γιοτ, καπετάνιοι, λιμενεργάτες που ξεφορτώνουν το εμπόρευμα στα λιμάνια, οδηγοί οχημάτων που το μεταφέρουν σε σπίτια και αποθήκες, «βαποράκια» -συνήθως Αφρικανοί- που καταπίνουν μικροποσότητες ή τις κρύβουν και προσπαθούν να τις περάσουν ταξιδεύοντας αεροπορικώς στην Ευρώπη κ.λπ.

Η εμπλοκή του κράτους εντοπίζεται εμμέσως σε διάφορα επίπεδα. Αφ’ ενός υπάρχει η ενδημική διαφθορά και η έλλειψη αποτελεσματικών ελέγχων, π.χ. στα λιμάνια, όπου αρκούν λίγα λαδώματα για να ξεφορτωθούν ανενόχλητα τεράστιες ποσότητες. Αφ’ ετέρου καταγράφηκαν ενδείξεις που προκαλούν υποψίες ότι κάποιες υποθέσεις καλύπτονται από πολιτικούς ή γενικά από την «άρχουσα τάξη» -με συμμετοχή παραδικαστικών κυκλωμάτων.

Χαρακτηριστική είναι μια υπόθεση κοκαΐνης που μελετήθηκε, στην οποία ένας τσιλιαδόρος (κατά την εκφόρτωση του ναρκωτικού από το καράβι) ήταν μπλεγμένος και σε υποθέσεις τράφικινγκ, αλλά αυτό δεν ερευνήθηκε από τη Δικαιοσύνη. Σε άλλες υποθέσεις αγνοήθηκαν άλλες αντίστοιχες διακλαδώσεις με το οργανωμένο έγκλημα.

Επιπλέον, μαρτυρίες και εκτιμήσεις συνεντευξιαζόμενων συνδέουν τις σημαντικότερες συλλήψεις για υποθέσεις ναρκωτικών με τις προαγωγές αστυνομικών. Η μελέτη των σχετικών δικογραφιών δείχνει, επίσης, ότι τους έπιασαν μάλλον «κατά λάθος» ή επειδή προηγήθηκαν πιέσεις από τις αμερικανικές διωκτικές αρχές (DEA, FBI).

Στα δίκτυα ζήτησης και διακίνησης αποτυπώνεται η εμπλοκή της ελληνικής κοινωνίας. Σε αντίθεση με την ηρωίνη και το χασίς, στην κοκαΐνη τα δίκτυα είναι κυρίως προσωπικά και αφορούν πιο ευυπόληπτα τμήματα του ελληνικού πληθυσμού. Αυτό καταδεικνύουν και υποθέσεις με μοντέλα και νεαρούς επιχειρηματίες που μελετήθηκαν. Και η τιμή, άλλωστε, αν και χαμηλότερη από την υπόλοιπη Ευρώπη, είναι απαγορευτική για φτωχότερα στρώματα (το 2007 ήταν 75-100 δολάρια το γραμμάριο).

Βαλκάνιοι και Κινέζοι

Τα τελευταία χρόνια, όμως, η αγορά απελευθερώνεται κάπως, με την εμπλοκή βαλκάνιων διακινητών. Αλβανοί που ήδη ήλεγχαν πιάτσες άλλων ναρκωτικών, έχουν επεκταθεί και στο εμπόριο κοκαΐνης. Στη διακίνηση μεγαλύτερων ποσοτήτων από τα λιμάνια προς τις πιάτσες εμπλέκονται όλο και περισσότερο Βούλγαροι και Σκοπιανοί.

Πρόσφατες ενδείξεις δείχνουν συμμετοχή κυκλωμάτων σωματεμπόρων, που χρησιμοποιούν πρόσφυγες στη διανομή κοκαΐνης, π.χ. στον καταυλισμό Αφγανών και Κούρδων στην Αγιά, δίπλα στο λιμάνι της Πάτρας, που γκρεμίστηκε το περασμένο καλοκαίρι.

«Οι δυναμικές του λαθρεμπορίου αναμένεται να αλλάξουν ακόμη περισσότερο στη χώρα μας και γενικά στα Βαλκάνια μετά την πρόσφατη ανάθεση σε κινεζικά συμφέροντα της εκμετάλλευσης του λιμανιού του Πειραιά» εκτιμά ο Π. Κωστάκος. «Κάτι τέτοιο συνέβη ήδη στο λιμάνι της Νάπολης, όπως δείχνουν έρευνες από την Ιταλία και νομίζω πως θα το δούμε και στην Ελλάδα τα επόμενα χρόνια».

Δυόμισι τόνοι σε δυόμισι δεκαετίες

Εκτιμήσεις για τις ποσότητες κοκαΐνης που διακινούνται στη χώρα δεν υπάρχουν. Τα μοναδικά στοιχεία αφορούν τις κατασχέσεις ποσοτήτων από τις αρχές. Από το 1980 μέχρι το 2006 είχαν κατασχεθεί συνολικά περίπου 2,5 τόνοι κοκαΐνης. Δεν είναι το ναρκωτικό που έχει κατασχεθεί περισσότερο. Μόνο μία φορά, το 2004, πιάστηκε ένα καράβι με 1,15 τόνο κοκαΐνης, τις υπόλοιπες χρονιές οι ποσότητες είναι πολύ μικρότερες.

Το 80% των ποσοτήτων που κατασχέθηκαν το διάστημα 2001-2006 προέρχονταν από τη Λατινική Αμερική. Εκτιμάται όμως ότι ακόμη και το 10% που ήρθε από την Ισπανία ή το 1,5% αλβανικής προέλευσης ήταν επίσης λατινοαμερικανικής προέλευσης.

Αγγελική ΜΠΟΥΜΠΟΥΚΑ, Τα διαπλεκόμενα της κοκαΐνηςΕλευθεροτυπία, 18/4/10

h1

10. Στο γκέτο της Γερανίου

14 Απριλίου, 2010

«Να κυκλοφορήσω στην οδό Γερανίου μετά τις εννιά το βράδυ; Ποτέ. Τη θέλω τη ζωή μου. Είσαι καλά; Ακόμα και την ημέρα, περπατώντας κοιτάζω δύο φορές πίσω και μία μπροστά μου…» λέει φοβισμένος ο Γκόλαμ Μάολα. Είναι ο πρόεδρος της κοινότητας των Μπανγκλαντεσιανών, που αποτελούν την πλειονότητα των κατοίκων του πλέον κακόφημου δρόμου του αθηναϊκού κέντρου. Ο ίδιος έχει πέσει θύμα ληστείας και πολλοί συμπατριώτες του, που καταγγέλλουν τα κυκλώματα του οργανωμένου εγκλήματος.

«Ζούμε 6 άτομα σε κάθε δωμάτιο», λέει ο πρόεδρος των Μπανγκλαντεσιανών

Ο δυνατός σιδερένιος ήχος από τα ρολά των καταστημάτων που κλείνουν απλώνεται το μεσημέρι στην οδό Γερανίου. Οι λιγοστοί διαβάτες περπατούν βιαστικά. Κάποιοι στέκονται στις γωνίες, μιλούν στα κινητά τηλέφωνα. Κι άλλοι, Ελληνες αυτοί, με το βλέμμα θολό, παραμένουν ακίνητοι, ξαπλωμένοι στα σκαλοπάτια παλιών εγκαταλειμμένων σπιτιών. Οταν αρχίζει ο ήλιος να δύει, ανατέλλει το οργανωμένο έγκλημα.

Στρίβοντας στη Γερανίου από την Πειραιώς, συναντάς το ινδικό εστιατόριο, το κατάστημα από όπου στέλνουν εμβάσματα οι μετανάστες, το μαγαζάκι ενός Αφρικανού που πουλάει γυαλιά κι ένα ελληνικό ανάμεσά τους, με αιθέρια έλαια, που επιμένει να υπάρχει. Στα μπαλκόνια των διαμερισμάτων της πολυκατοικίας, όπου πριν από λίγες ημέρες μπήκαν αστυνομικοί και συνέλαβαν 28 άτομα, κρέμονται ελληνικές σημαίες και ανδρικά ρούχα.

Δύο χιλιάδες ευρώ ενοίκιο

Μπαίνουμε στο μαγαζί του Χουσεΐν Σουλιμά από το Μπανγκλαντές. «Χθες η Δημοτική Αστυνομία και το Αλλοδαπών μάζεψαν πάνω από 40 παιδιά από τη γειτονιά, πολλοί δεν έχουν χαρτιά», λέει.

Στο ισόγειο της πολυκατοικίας όπου μπήκαν προχθές οι αστυνομικοί στεγάζεται το καφενείο-εστιατόριο των Μπανγκλαντεσιανών. Γεμίζει από μελαχρινούς νεαρούς που παρακολουθούν αθλητικές εκπομπές από δορυφορικό κανάλι, τρώγοντας ρύζι μπασμάτι με κοτόπουλο και σαφράν. Πληρώνουν από δύο μέχρι πέντε ευρώ ο καθένας.

Ο Μάολα, πρόεδρος της κοινότητας των Μπανγκλαντεσιανών, μιλάει γι’ αυτούς που δεν έχουν χαρτιά και παραμένουν κρατούμενοι: «Στην Ελλάδα μένουν 25.000 Μπανγκλαντεσιανοί. Περίπου 10.000 συμπατριώτες μου ζουν περίπου δύο χρόνια χωρίς χαρτιά. Στήνονται από το βράδυ στην Πέτρου Ράλλη (Αλλοδαπών), αλλά δεν καταφέρνουν να μπουν. Δεν έχουν να δώσουν στους δικηγόρους 500 ευρώ».

Λέει ότι «οι Μπανγκλαντεσιανοί που ζουν στη Γερανίου πουλάνε μικροπράγματα στους περαστικούς. Βγάζουν όσα χρειάζονται για να μοιραστούν το νοίκι, να πληρωθούν οι λογαριασμοί. Ζούμε έξι άτομα σε κάθε δωμάτιο. Πολλοί μεταναστεύουν γιατί τα σπίτια τους βυθίστηκαν στις πλημμύρες».

Ο Χασάν, που κάθεται δίπλα του, έκλεισε 20 χρόνια ζωής στην Ελλάδα: «Οταν έφυγαν οι Ελληνες από τη Γερανίου, σπίτια και μαγαζιά πέρασαν στους Αφρικανούς. Τώρα ζουν Μπανγκλαντεσιανοί. Κοιμούνται όσοι χωράνε σε κάθε δωμάτιο, αρκεί να μην είναι άστεγοι. Οποιος δεν έχει, δανείζεται. Οταν δουλέψει τα ξεπληρώνει. Η εξαώροφη πολυκατοικία έχει 12 διαμερίσματα. Ο πρώτος όροφος λειτουργεί ως τζαμί. Κάθε μήνα περνάνε οι Ελληνες, τα αφεντικά, και μαζεύουν τα ενοίκια. Πληρώνουμε από 600 ευρώ τον μήνα μέχρι 2.000 ανάλογα με τα τετραγωνικά».

Οργανωμένο έγκλημα

Είναι θυμωμένοι που «οι αστυνομικοί μπαίνουν στα σπίτια και τα μαγαζιά μαζεύοντας όποιον βρουν μπροστά τους. Ξέρουν ότι οι ομάδες που πουλάνε ναρκωτικά και κλέβουν στη Γερανίου είναι κυρίως Αφρικανοί, Κούρδοι, Αφγανοί. Δεν βγαίνει κανείς από το σπίτι του για να κλέψει και να σκοτώσει μπροστά στην πόρτα του».

«Φοβόμαστε. Κάθε μέρα γίνονται φασαρίες», λένε. Απευθυνθήκαμε πολλές φορές στο Αστυνομικό Τμήμα, πήγαμε στον Δήμο Αθηναίων. Καταγγείλαμε ότι σπάνε τα τζάμια των καταστημάτων μας και κλέβουν. Οτι εδώ πουλάνε ναρκωτικά. Πως η μαφία ελέγχει το δρόμο. Ζητήσαμε από την Αστυνομία να καθαρίσει τη Γερανίου. Να τους συλλάβουν και να τους απελάσουν».

Εκπρόσωποι της κοινότητας και καταστηματάρχες της οδού Γερανίου από το Μπανγκλαντές περιγράφουν: «Πριν από 15 μέρες μαχαίρωσαν έναν συμπατριώτη μας. Δούλευε σε ταβέρνα στη Μιχ. Βόδα κι επέστρεφε ξημερώματα. Τον έσφαξαν για 20 ευρώ. Κανένας δεν κυκλοφορεί από το σούρουπο μέχρι τις 9 το πρωί. Κανένας δεν μπορεί να βγει να πάει το πρωί στη δουλειά του. Μαχαίρωσαν άλλους δύο δικούς μας αυτή την εβδομάδα. Τον έναν στις έξι και τον άλλο στις 9 το πρωί».

Επισημαίνουν ότι «οργανωμένες ομάδες 5-6 ατόμων, με μαχαίρια στην τσέπη, ελέγχουν τον δρόμο. Ξέρουν πότε έρχεται η Αστυνομία και εξαφανίζονται. Μόλις φεύγουν οι αστυνομικοί, αυτοί επιστρέφουν. Τα ίδια πρόσωπα βλέπουμε κάθε μέρα στις γωνίες του δρόμου. Οι αστυνομικοί που περνάνε συχνά, τους γνωρίζουν. Βλέπουν ποιοι πουλάνε ναρκωτικά».

Ο Μάολα προσθέτει: «Παρέλαβα αρκετά πτώματα συμπατριωτών μου, δεν θέλω άλλα. Γι’ αυτό εξήγησα σε έναν αστυνομικό διευθυντή τι συμβαίνει στη Γερανίου, τη Σαρρή, τη Μενάνδρου, τη πλατεία Βάθης. Αλλοι κλέβουν τσάντες. Μόλις παρκάρεις αυτοκίνητο, το ανοίγουν σε δευτερόλεπτα. Μπαίνουν μπροστά σε αυτοκίνητα, σταματάει ο οδηγός, ανοίγουν τις πόρτες και κλέβουν. Σφάζουν δικούς μας για 20 ευρώ. Οι αστυνομικοί συνέλαβαν ορισμένους. Μετά από 2-3 μέρες τούς αφήνουν ελεύθερους. Τους βλέπουμε να πουλάνε ναρκωτικά στο ίδιο σημείο. Τώρα έρχονται οι αστυνομικοί και συλλαμβάνουν εμάς που δεν βρίσκουν επάνω μας ούτε 10 ευρώ. Οι εγκληματίες, όσοι πουλάνε ηρωίνη έχουν γεμάτες τσέπες. Βρίσκουν και ορισμένους άστεγους, πεινασμένους και τους βάζουν στο κόλπο».

Υποστηρίζουν ότι «οι οργανωμένες ομάδες συνεργάζονται μεταξύ τους, μοίρασαν τη γειτονιά. Η ζωή είναι πολύ δύσκολη στη Γερανίου. Μας απειλούν διαρκώς, κλέβουν, μας σκοτώνουν. Δρουν παράλληλα ομάδες που ληστεύουν κι άλλοι που πουλάνε ναρκωτικά».

Ο 40χρονος Χασάν Τζιμπόν δουλεύει σε εταιρεία καθαρισμού με 3,5 ευρώ την ώρα. Είναι ένας από αυτούς που συνέλαβαν οι αστυνομικοί και τον άφησαν ελεύθερο: «Στις 11.30 το πρωί, πέντε αστυνομικοί χτύπησαν το κουδούνι. Είπαν «πάμε στο Αλλοδαπών». Οσοι είχαμε χαρτιά, μας κράτησαν μέχρι τις 5.15 το πρωί και μας άφησαν», λέει.

Ο Μάολα είναι ανήσυχος: «Κι εμένα με λήστεψαν. Σχεδόν όλους μάς έχουν κλέψει την ώρα που επιστρέφουμε από τη δουλειά. Παίρνουν τα χαρτιά, το διαβατήριο, το κινητό, το μεροκάματο. Ακόμα και τις μπλούζες που φοράμε». *

Γεωργία ΔΑΜΑ, Στο γκέτο της ΓερανίουΕλευθεροτυπία, 12/4/10

h1

9. Θεσσαλονίκη – 15 Μαρτίου 1943

15 Μαρτίου, 2010

In early March Wisliceny notified Chief Rabbi Koretz that Eichmann wanted the entire commnity to be deported. Koretz was deeply shaken, and begged Wisliceny to use his influence to halt the process. He suggested instead using the Jews as labourers within Greece for this was the period when the Germans were finding it difficult to enforce their civil mobilisation decree among the rest of the Greek population. But not for the first time ideological considerations were put before economic rationality. Koretz’s pleas failed to sway Eichmann, who instructed his officials to proceed with the deportations. Once a German police unit arrived from Belgrade, the train transports to the north began. The German consul in Salonia, who had been monitroing local Jewry since before the war, informed Berlin on 15 March that the first transport of 2,600 people had already left the city.

→ Mark Mazaower, Inside Hitler’s Greece: The Εxperience of Occupation, 1941-44, Yale Nota Bene, Yale University Press, 1995

h1

8. Νύχτες Μαΐου του 1941 στην Ακρόπολη

14 Μαρτίου, 2010

…Μια μέρα, που όλοι μαζί οι φοιτητές παρέα βρισκόμασταν πάλι στο Ζάππειο και συζητούσαμε, σε κάποια στιγμή που ο Μανώλης ήταν στραμμένος προς την Ακρόπολη, γυρίζει και μου λέει:

«Λάκη, κοίταξε κει πάνω, κοίταξε να ιδείς τι γίνεται κει πάνω…»

Κοιτάζω και βλέπω τη γερμανική σημαία που κυμάτιζε… Εγώ είχα κάνει μια μέρα, στην αρχή που οι Γερμανοί έβαλαν τη σημαία τους στην Ακρόπολη, τη σκέψη ότι ο Χίτλερ, κυρίαρχος του κόσμου τότε, θεωρούσε την Ακρόπολη, την κορυφαία έκφραση Πολιτισμού, ως την υπέρτατη κατάκτησή του, δεδομένης της αρχαιολατρίας του (θεωρίες Άριας φυλής κλπ.). Γι’ αυτό και τοποθέτησε εκεί την πολεμική του σημαία, έχοντας την αίσθηση ότι είναι ο άρχων της γης!

Αυτομάτως, παίρνω τη σκέψη του φίλου μου και του λέω απότομα και με σιγουριά:

«Ναι, έχεις δίκιο, αυτό είναι, αυτό πρέπει να τους κάνουμε, αν μπορούμε…».

Ενώ για πολλές μέρες μελετούσαμε σχέδια και λέγαμε «να κάνουμε αυτό ή το άλλο», κανένα δεν μας ικανοποιούσε και έτσι τα απορρίπταμε. Από τη στιγμή όμως εκείνη το βρήκαμε σωστό, και αρχίσαμε να μεθοδεύουμε το πώς και τι θα κάναμε.

Πήγαμε πρώτα, λοιπόν, αν θυμάμαι καλά, στη Μπενάκειο Βιβλιοθήκη και ψάξαμε στην Εγκυκλοπαίδεια ό,τι είχε σχέση με την Ακρόπολη. Πήραμε τα σχεδιαγράμματα και διαβάσαμε τα πάντα. Παιδιά μορφωμένα είμαστε, ξέραμε πώς να κινηθούμε και να μην κάνουμε ενέργειες σπασμωδικές. Είδαμε και μελετήσαμε όλο το ιστορικό του Ιερού Βράχου.

Καταλήξαμε σ’ ένα σημείο όπου βρισκόταν μια ρωγμή, στο βορεινό μέρος του Ερεχθείου, εκεί που ήταν το σπήλαιο της Αγραύλου κι από κάτω ήταν ένα ξεροπήγαδο: το άντρο του Εριχθόνιου. Δηλαδή, εκεί έμενε ο ιερός όφις της Αθηνάς -ο Εριχθόνιος- ο φύλακας της Ακρόπολης, στον οποίο οι ιερείς έριχναν μία φορά το μήνα μελόπιτες, για να συντηρείται.

Η ρωγμή αυτή του σπηλαίου μάς γέμιζε με σκέψεις, πώς θα μπορούσαμε -και αν θα μπορούσαμε- να φθάσουμε από κει ως επάνω. Ξέραμε ότι είχαν κάνει εκεί ανασκαφές Γάλλοι αρχαιολόγοι. Πήγαμε, λοιπόν, αρχίσαμε να κατοπτεύουμε το μέρος, και σε κάποια στιγμή παρατηρήσαμε μια παλιά ξύλινη πόρτα με σανίδες, η οποία ήταν κλεισμένη -τοποθετημένη, μάλλον- επάνω σ’ ένα μέρος του βράχου, οπότε καταλάβαμε ότι εκεί θα είχε κάποια οπή.

Έτσι, την ίδια κιόλας μέρα, αποφασίσαμε να πάμε να ερευνήσουμε, όπως κι έγινε. Πήγαμε σ’ ένα καφενεδάκι στον περίγυρο της Ακρόπολης – λίγο πιο κάτω είναι μια εκκλησία αφιερωμένη, νομίζω, στη Μεταμόρφωση του Σωτήρα. Καθίσαμε στο καφενεδάκι λοιπόν για να περάσει η ώρα και κατόπιν πηδήξαμε απ’ τα συρματοπλέγματα, προχωρήσαμε μες απ’ τα δέντρα και φτάσαμε σ’ αυτή την πόρτα. Εκεί, είδαμε ότι υπήρχε ένα λουκέτο, σκουριασμένο, το οποίο προσπαθήσαμε και του βγάλαμε τις στρόφιγγες κι ανοίξαμε την πόρτα. Είδαμε τότε μια μεγάλη οπή, αλλά δεν είχαμε μαζί μας φανάρι, είχε και νυχτερίδες μέσα, για τούτο και φύγαμε και ξαναπήγαμε το άλλο βράδυ.

Η κυκλοφορία, τότε, ήταν απαγορευμένη από τις 11 τη νύχτα έως τις 6 το πρωί. Εμείς πήγαμε από τις 9, έχοντας μαζί μας κι ένα μικρό φανάρι∙ έτσι είδαμε εκεί μέσα ότι στη δεξιά πλευρά υπήρχε ένα πλάτωμα με πέτρες και χώματα και πιο πέρα η τρύπα, που ήταν το ξεροπήγαδο. Δεξιά όμως στο βράχο είχε μαδέρια, με τέτοιο τρόπο τοποθετημένα, που ανέβαιναν προς τα πάνω και βέβαια είχαν μείνει από τις ανασκαφές που έκαναν οι αρχαιολόγοι. Όμως δεν γνωρίζαμε την αντοχή τους και για τούτο προσπαθήσαμε να τα δοκιμάσουμε, ανεβαίνοντας στα πρώτα. Καταλάβαμε, λοιπόν, ότι μπορούσαν να κρατήσουν το βάρος μας.

Φύγαμε, και τρεις μέρες αργότερα ξαναπήγαμε, ήταν Κυριακή, και ανεβήκαμε σαν επισκέπτες στην Ακρόπολη. Οπότε, σε κάποια στιγμή που είδαμε ότι δεν μας πρόσεχε κανένας, πήγαμε προς το Ερεχθείο και κοιτάξαμε το βάθρο, τα σκαλιά, καθώς και την οπή πάλι. Κατεβήκαμε τα σκαλιά και είδαμε ότι τα μαδέρια ήταν μισό μέτρο από το τελευταίο σκαλί. Έτσι βεβαιωθήκαμε ότι μπορούμε να φθάσουμε μέχρι εκεί. Αποφασίσαμε τότε ότι από εκεί θ’ ανεβαίναμε. Το ζήτημα ήταν ότι μπροστά από το στρογγυλό εκείνο βάθρο που ήταν η σημαία -το μπελβεντέρε- υπήρχε μια σκοπιά ξύλινη, μέσα στην οποία έμπαινε ο σκοπός όταν έβρεχε ή είχε άσχημο καιρό. Ακόμα, στα Προπύλαια υπήρχε μια διμοιρία Γερμανών, που φύλαγε τη σημαία.

Πρέπει να πω ότι γι’ αυτή μας την απόφαση δεν είχαμε μιλήσει σε άλλους. Ίσως για να μη διαρρεύσει το μυστικό, ίσως γιατί σκεφτόμαστε πόσο κατάστηθα θα δέχονταν το χτύπημα αυτό οι Γερμανοί, δηλαδή την προσβολή της αρπαγής της πολεμικής σημαίας τους, γιατί ξέραμε καλά ότι η σημαία για το στρατιώτη είναι το ιερότερο σύμβολο. Για τούτο και στη μάχη, όταν σκοτωθεί ο σημαιοφόρος, πρέπει αμέσως να την πάρει άλλος, γιατί πρέπει να είναι πάντα ψηλά.

Για αυτό λοιπόν κι εμείς οι δύο είμαστε αποφασισμένοι, αν μας ανακάλυπταν, να πέσουμε απ’ την Ακρόπολη και να σκοτωθούμε, γιατί ξέραμε ότι αν μας έπιαναν οι Γερμανοί θα μας εκτελούσαν. Και, βέβαια, βρίσκαμε καλύτερο -στην προκειμένη περίπτωση- να πάμε μόνοι μας, γιατί οι Γερμανοί θα μας βασανίζανε κιόλας.

Εκείνη την εποχή, οι Γερμανοί άρχισαν την επίθεση στην Κρήτη, στις 20 Μαΐου 1941. Στην αρχή επιχείρησαν διά θαλάσσης, αλλά ο αγγλικός πολεμικός στόλος, με πολλά πολεμικά πλοία και παρά τις απώλειες που είχε απ’ τη γερμανική αεροπορία, βούλιαζε τα μικρά αποβατικά πλοία των Γερμανών και έτσι αυτοί είδαν ότι διά θαλάσσης δεν μπορούν, και αποφάσισαν να επιτεθούν στην Κρήτη από αέρος, με ειδικό σώμα αλεξιπτωτιστών, το οποίο είχαν εκπαιδεύσει ειδικά, αλλά και με καταιγιστικούς βομβαρδισμούς με τα βομβαρδιστικά τους αεροπλάνα.

Σ’ αυτή, λοιπόν, τη μάχη της Κρήτης λάβανε μέρος 5.000-7.000 γερμανοί αλεξιπτωτιστές, οι οποίοι όμως υπέστησαν μεγάλες απώλειες, διότι οι Κρητικοί την ώρα που έπεφταν τους πυροβολούσαν και τους κυνηγούσαν όταν έφταναν στη γη, σε σημείο που αυτό το σώμα των αποδεκατισμένων αλεξιπτωτιστών δεν ξαναχρησιμοποιήθηκε σε άλλη πολεμική επιχείρηση του γερμανικού στρατού, μέχρι το τέλος του πολέμου.

Κι αυτό έγινε γιατί, στη μάχη της Κρήτης, πολέμησε μαζί με το λίγο ελληνικό στρατό που βρέθηκε εκεί -και λίγους Αυστραλούς, λίγους Εγγλέζους και λιγότερους Νεοζηλανδούς- και ο κρητικός λαός, με ό,τι όπλα μπόρεσε να βρει. Κι αν είχαν σκεφτεί, μετά την κατάρρευση του αλβανικού μετώπου, να στείλουν στην Κρήτη ένα σύνταγμα της μεραρχίας των Κρητών εξοπλισμένο, οι Γερμανοί δεν θα κατελάμβαναν την Κρήτη.

Οι μέρες όμως περνούσαν και μαθαίναμε μερικά νέα, αλλά βλέπαμε από τις ανακοινώσεις των Γερμανών ότι τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά. Οπότε, στις 29 Μαΐου, βγάζουν οι Γερμανοί μεγάλη ανακοίνωση, από τα ραδιόφωνα και τις εφημερίδες, ότι η μάχη της Κρήτης έληξε, με τη νίκη των γερμανικών ενόπλων δυνάμεων, και θριαμβολογούσαν για το γερμανικό στρατό.

Ο Μανώλης κι εγώ, εκτός απ’ την απόλυτη εμπιστοσύνη που είχαμε ο ένας στον άλλο, είχαμε και την ίδια ιδιοσυγκρασία, κάναμε τις ίδιες αυθόρμητες σκέψεις και, με δυο λόγια, ταιριάζαμε πολύ, ιδιαίτερα στο θάρρος και την παλικαριά. Έτσι, καθώς το είχαμε αποφασίσει, σκεφτήκαμε ότι έπρεπε να δείξουμε στους Γερμανούς ότι ο αγώνας συνεχίζεται∙ δεν σημαίνει ότι επειδή έπεσε η Κρήτη χάθηκε ο πόλεμος. Και όπως ήμασταν και νέοι που έβραζε το αίμα μας -όπως όλων των νέων- είχαμε θυμώσει με τις θριαμβολογίες και την αλαζονεία τους. Την επόμενη μέρα, λοιπόν, πήγαμε στην Ακρόπολη.

30 Μαΐου 1941, βράδυ, ησυχία, ένα τέταρτο σελήνης στον ουρανό. Φτάσαμε, μπήκαμε μέσα, ανεβήκαμε σιγά σιγά πατώντας στα μαδέρια. Αφού ανεβήκαμε στην επιφάνεια, το ζήτημα τώρα ήταν να διαπιστώσουμε πού βρίσκεται ο σκοπός. Αποφασίσαμε να χωριστούμε: πήγε ο ένας από τη μια μεριά του Παρθενώνα κι ο άλλος από την άλλη και ρίχναμε πετραδάκια σε διάφορες κατευθύνσεις, για να ιδούμε αν θα υπάρξει από κάπου αντίδραση. Τίποτα. Ησυχία. Προσέξαμε ότι δεν υπήρχε σκοπός.

Στο μεταξύ, ακούγαμε τους Γερμανούς να γλεντούν και να χαχανίζουν για τη νίκη της Κρήτης. Ήρθε η καθοριστική στιγμή. Το φεγγαράκι μάς κοίταζε με συμπάθεια, οι καρδιές μας χτυπούσαν πολύ γρήγορα. Ανεβήκαμε από τα σκαλιά, λύσαμε το συρματόσκοινο της σημαίας και προσπαθήσαμε να την κατεβάσουμε. Η σημαία ήταν τεράστια, για τούτο κι ήταν δεμένη με τρία μεγάλα σύρματα, τα οποία είχαν στρόφιγγες απ’ έξω από το βράχο και τη συγκρατούσαν, γιατί όταν είχε αέρα έτρεμε όλος ο ιστός. Η σημαία, λοιπόν, κατέβαινε μέχρι τον κόμβο που συναντιόντουσαν τα τρία σύρματα στον ιστό κι από κει δεν πήγαινε πιο κάτω.

Σκαρφαλώναμε, την πιάναμε, την τραβάγαμε, τίποτε δεν γινόταν. Ο μόνος τρόπος για να κατέβει η σημαία ήταν ν’ ανοίξουν τα σύρματα. Δύσκολο πολύ. Όμως η θέληση, η επιμονή κι η υπομονή μας έφεραν αποτέλεσμα. Κι αφού ανεβήκαμε και κατεβήκαμε στον ιστό πολλές φορές ως το δύσκολο σημείο -γιατί ο ιστός ήταν λείος και γλίστραγε- κατορθώσαμε με τα χέρια μας να ξεσφίξουμε τις στρόφιγγες και να την ξεμπλέξουμε. Κι η τεράστια σημαία έπεσε και μας κουκούλωσε !

Εδώ, σ’ αυτό το σημείο, θα πω τη σκέψη μου, εκείνη τη σκέψη, τη μεγαλοφυή σύλληψη, με την οποία εμείς οι δυο, νέα, δεκαεννιάχρονα παιδιά μιας σκλαβωμένης χώρας,άοπλα, βεβηλώσαμε το σύμβολο του Χίτλερ, και τον χτυπήσαμε στην καρδιά. Η σύλληψη και η απόφαση για την πράξη μας αυτή, αλλά και ο τρόπος εκτέλεσής της, έδειξε στρατηγική ωριμότητα, απίστευτη γενναιότητα και αυτοθυσία.

Μέσα μας κυριάρχησε η αίσθηση, ότι ήταν μεγάλη εκείνη η στιγμή, με το λιγοστό φώς του φεγγαριού να λάμπει πάνω στα μάρμαρα που εκπροσωπούσαν 3.000 χρόνια ιστορίας στα ιερά της πατρίδας μας. Εκεί -αισθάνθηκα εγώ, αλλά πιστεύω και ο Μανώλης- ότι και 10 ζωές αν είχα θα τις έδινα.

Αγκαλιαστήκαμε και φιληθήκαμε, ενθουσιασμένοι για το αποτέλεσμα κι αμέσως, μ’ ένα μαχαιράκι που είχα μαζί μου, κόψαμε από ένα κομμάτι καθένας, απ’ τον αγκυλωτό σταυρό, και το βάλαμε στον κόρφο μας! Η σημαία ήταν ένας τεράστιος μπόγος και, φυσικά, ήταν αδύνατο να την πάρουμε μαζί μας. Τότε, σκεφτήκαμε να τη ρίξουμε στο ξεροπήγαδο και μάλιστα καλαμπουρίσαμε: «Για να τη φυλάει ο Εριχθόνιος!»

Παρ’ όλη την κούραση, την προχωρημένη ώρα και το ότι έπρεπε να επιταχύνουμε τη φυγή μας, το καθάριο νεανικό μας μυαλό δούλεψε μεθοδικά κι αφήσαμε κι οι δυο τα δακτυλικά μας αποτυπώματα πάνω στον ιστό -επειδή γνωρίζαμε ότι οι Γερμανοί ήταν μεθοδικοί και οργανωμένοι- ούτως ώστε να μην επιβαρυνθούν, από τις έρευνες που θα κάνανε μετά, άλλοι, αθώοι! Ακόμα, φεύγοντας, σκεφτήκαμε να πατάμε στις ράγες του τραμ, για να χαθούν τα ίχνη μας, αν θα έφθαναν μέχρι εκεί με σκυλιά οι Γερμανοί.

Ρίχνουμε λοιπόν τη σημαία στο ξεροπήγαδο, ρίχνουμε και από πάνω πέτρες και χώματα, κατεβαίνουμε, ανοίγουμε με προφύλαξη την πόρτα και φεύγουμε…

→ Λάκης Σάντας, Μια νύχτα στην Ακρόπολη…: Μνήμες από μια σπουδαία εποχή, εκδ. Βιβλιόραμα

Πηγή: Αυγή

h1

7. Τελετή έναρξης – Πτολεμαία

11 Φεβρουαρίου, 2010

Η πιο εκθαμβωτική πολυτέλεια χαρακτήρισε την οικογενειακή εορτή των Πτολεμαίων, τα Πτολεμαία, την οποία εγκαινίασε ο βασιλιάς Πτολεμαίος Β’ πιθανόν τον χειμώνα του 275/274 π.Χ. Μια φαντασμαγορική πομπή με άγρια ζώα, «ταμπλό βιβάν», θησαυρούς και ένοπλους στρατιώτες παρήλαυνε στους δρόμους της Αλεξάνδρειας και περνούσε έπειτα μέσα από το στάδιο της πόλης, όπου οι καθήμενοι θεατές είχαν την ευκαιρία να την παρακολουθήσουν. Οι εκδηλώσεις αυτές σχετίζονταν με τους θεούς, ιδιαίτερα με τον Διόνυσο με τον οποίο συνδέονταν οι Πτολεμαίοι. Τιμούσαν επίσης τον νεκρό Πτολεμαίο Α΄, τον φίλο του Αλέξανδρου, που και αυτός λατρευόταν σαν θεός. Τα «ταμπλό βιβάν» περιλάμβαναν ένα τεράστιο πατητήρι, που το δούλευαν άνδρες ντυμένοι ως σάτυροι, και ένα άγαλμα προσωποποίηση του όρους Νύσσα, όπου γεννήθηκε ο Διόνυσος, το οποίο καθόταν και σηκωνόταν αυτομάτως· υπήρχαν γυναίκες ντυμένες μαινάδες με κισσό στα φιδίσια μαλλιά τους. Πάνω από 110.000 λίτρα κρασί κατανάλωσε το πλήθος στους δρόμους, ενώ πουλιά με κορδέλες ελευθερώνονταν με τελικό προορισμό το τραπέζι όσων τυχερών κατάφεραν να τα πιάσουν. Ένας τεράστιος φαλλός επιδεικνυόταν πάνω σε ιστό ύψους πενήντα μέτρων και περισσότεροι από 2.000 άνδρες έσερναν άρματα τα οποία περιείχαν αναφορές στις εκτός συνόρων ελληνικές κτήσεις των Πτολεμαίων και στον Αλέξανδρο και στις κατακτήσεις του στην Ινδία. Η παρέλαση των ζώων, που τα επιδείκνυαν χωρίς να τα σκοτώσουν, περιλάμβανε μια λευκή αρκούδα και έναν ρινόκερο με δύο κέρατα. Αναπαραστάσεις του Αυγερινού και της Πούλιας θύμιζαν το πέρασμα του χρόνου· στο τέλος παρήλαυναν 57.000 στρατιώτες.

→ Ρόμπιν Λέιν Φοξ, Ο κλασσικός κόσμος: μια επική ιστορία από τον Όμηρο στον Αδριανό, μτφ. Δημήτρης Στεφανακάκης, Όλγα Παπακώστα εκδ. Ωκεανίδα, Αθήνα, 2006

h1

6. Όταν ο Γιώργος συνάντησε τη Χαρούλα

10 Ιανουαρίου, 2010

Η Χάρις Αλεξίου ανοίγει την πόρτα του σπιτιού της με χαμογελαστή περιέργεια. Τη χαιρετώ και πιάνω (με την αμηχανία του ελαφρώς αργοπορημένου) ψιλή κουβέντα για την κίνηση στον δρόμο. Δεν είχε κανονίσει πρόβα, οπότε δεν υπάρχει πρόβλημα που καθυστέρησα λιγάκι. Στο σαλόνι της υπάρχει ένα δίφυλλο inox ψυγείο. Τη ρωτάω τι δουλειά έχει εκεί και μοιάζει να της φαίνεται περίεργο που το πρόσεξα. «Για το ψυγείο θα μιλήσουμε;» απορεί. Θέλω να επιμείνω στο θέμα του ψυγείου, αλλά ντρέπομαι. Από τα ηχεία του στερεοφωνικού ακούγεται η φωνή του Vassilikos. Με ρωτάει αν θα με πείραζε να ακούγεται το CD του κατά τη διάρκεια [της] συνέντευξης. «Καθόλου. Είναι πολύ ατμοσφαιρικές οι διασκευές του» απαντώ ως γνήσιος εξυπνάκιας. Πιάνουμε ο καθένας από μια γωνιά στον καναπέ της. Παρατηρώ τώρα ότι είναι εντελώς αμακιγιάριστη και ντυμένη απλά και άνετα. Ανάμεσά μας ένα ψηφιακό μαγνητόφωνο. Πατάω ένα κουμπί και στην οθόνη του εμφανίζεται ο εξής μαγικός αριθμός: 0.01. Η συζήτηση αρχίζει.

Γιώργος Νάστος, Χ³, συνέντευξη στη Χάρις Αλεξίου, BHMagazino, 10 Ιανουαρίου 2010, τ. 482

h1

5. υστερική η μάζα μα ελάχιστα ευσυγκίνητη

31 Δεκεμβρίου, 2009

ο κινηματογράφος δεν το καταφέρνει!… ιδού η εκδίκηση!… παρ’ όλο τον ντόρο, τα δισεκατομμύρια της διαφήμισης, τις χιλιάδες των όλο και μεγαλύτερων γκρο πλαν… τις βλεφαρίδες που ’χουν κάτι μάκρη ένα μέτρο!… τους στεναγμούς, χαμόγελα, λυγμούς, που παραπάνω δεν μπορείς να ονειρευτείς, ο κινηματογράφος παραμένει όλος ψεύτικος, μηχανικός, παντελώς ψυχρός… το μόνο που διαθέτει είναι ψεύτικη συγκίνηση!… δεν πιάνει τα συγκινησιακά κύματα… είναι συγκινησιακά ανάπηρος… ένα ανάπηρο τέρας… ούτε κι η μάζα είναι ευσυγκίνητη!… σύμφωνοι!… δεκτό, καθηγητά Υ… μόνο το παπαρατζούμ γουστάρει αυτή! είναι υστερική η μάζα!… μα ελάχιστα ευσυγκίνητη! πολύ ελάχιστα!… Πάει καιρός που δε θα γίνονταν πια πόλεμοι, κύριε καθηγητά Υ, αν ήταν η μάζα ευσυγκίνητη!… τέρμα οι σφαγές!… μ’ αργεί να ‘ρθει εκείνη η μέρα!…

Θα προσέξετε, καθηγητά Υ, πως οι «συγκινημένες στιγμές» της μάζας το γυρνάν γρήγορα στην υστερία! στη θηριωδία, στο πλιάτσικο, στην αυτοστιγμεί δολοφονία, για να το πω καλύτερα! η ανθρώπινη ροπή είναι σαρκοβόρα…

→ Σελίν, Συνομιλίες με τον καθηγητή Υ, μτφ. Σεσίλ Ιγγλέση Μαργέλλου, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Δεκέμβριος 2009 [δείτε το στο biblionet]

h1

4. ΒΑΟ, ΓΑΟ, ΔΑΟ

26 Δεκεμβρίου, 2009

Αγαπητέ μου Χάρη,

θα ξαίρεις, βέβαια, ότι είμαι ο κατ’ εξοχήν άνθρωπος των αποκαλυπτικών εμπνεύσεων και καινοτομιών. Αν δεν το ξαίρεις, μάθε το, λοιπόν, σήμερα! Μελετώντας, άρρωστος, αυτές τις μέρες, τη φιλοσοφία του Συρρεαλισμού, που, λογικά, καταργεί τη λογική, σκέφτηκα τούτο: Αφού, καλά ή κακά, φτάσαμε στο σημείο, λυτρωμένοι από το ζυγό του ειρμού, στις σημερινές ποιητικές συνθέσεις μας, να ζητήσουμε την έμπνευση στην ίδια της πηγή, που ήταν πάντα, έμμεσα, το υποσυνείδητο, γιατί τάχα να μην κάνουμε ακόμα ένα βήμα, – το τελευταίο ίσως δυνατό προς την κατεύθυνση αυτή, και να λυτρωθούμε κι’ από τη συμβατικότητα της γλώσσας, κάθε γλώσσας; Γιατί να μην άρωμε και το τελευταίο εμόδιο προς την κατάκτηση της άμεσής του επαφής, που μας προβάλλουν οι καθιερωμένοι γλωσσικοί τύποι με τα έτοιμα καλούπια τους; Γιατί να μην αφήσωμε το υποσυνείδητο εντελώς ελεύθερο να δημιουργήση και τους γλωσσικούς εκφραστικούς του τρόπους, ανάλογα, κάθε φορά, με τις μυστηριώδεις απαιτήσεις του; Φαντάζομαι, τότε, τη λαμπρή προοπτική που διανοίγεται στο μέλλον της Ποιήσεως από μια τέτοια ριζική της χειραφέτηση! Σου παραθέτω, για δείγμα, ένα σονέττο, που μου υπαγόρευσε το υποσυνείδητό μου, ώστε να χρησιμεύση σαν αφετηρία στην ανυπολόγιστη αυτή μελλοντική κίνηση… Διάβασε, και καμάρωσε:

ΒΑΟ, ΓΑΟ, ΔΑΟ

Ζητώντας αποβίδονο σαβίνι,
κι’ απονιβώντας ερομιλαδιό
κουμάνισα το βίδο του λαβίνι
με σάβανο γιδένι του θαλιό.

Κι ανέδοντας εν’ άκονο λαβίνι,
που ραδαγοσαλούσε τον αλιό,
σινέρωσα τον άβο του ραβίνι,
σ’ εν’ άφαρο δαμένικο ραλιό!

Σουβέροδα στ’ αλίκοπα σουνέκια,
μεσ’ στ’ άλινα που δεν εσιβονεί,
βαρίλωσα τ’ ακίμορα κουνέκια,

και λαδαμποσαλώντας την ονή,
καράμπωσα το βούλινο διράνι,
σαν άλιφο τουνέσι που κιράνει….

Πώς σου φαίνεται; Ασφαλώς αντάξιό μου! Από τώρα βλέπω τον εαυτό μου Πρωτοπόρο κι’ Αρχηγό Σχολής! Εκτός αν, ήδη, εν αγνοία μου, το σύστημα, που νομίζω πως εγκαινιάζω σήμερα, έχει διατυπωθεί από κανέναν άλλον – οπότε δε μου μένει παρά να παραιτηθώ κάθε σχετικής φιλοδοξίας…

Με τους φιλικούς χαιρετισμούς μου

Ναπολέων Λαπαθιώτης

ΥΓ. Επειδή όσα γράφω παραπάνω, μπορεί να συκοφαντηθούν ότι αποτελούν μια τερατώδη ειρωνεία από μέρους μου, σπεύδω να δηλώσω πως δεν είναι!…

Ο ίδιος

2ο ΥΓ. Αλλά κι’ αν είναι, – μια φορά το σύνθημα δε δίνεται;

Πάλι ο ίδιος

Ναπολέων Λαπαθιώτης, Πέραν του Συρρεαλισμού: επιστολή προς τον Πέτρο Χάρη, Νέα Εστία, τ. 271, 1938, σ. 485-486
[παρατίθεται στο Τάκης Σπετσιώτης, Χαίρε Ναπολέων: Δοκίμιο για την τέχνη του Ναπολέοντα Λαπαιώτη – 63 πεζά ποιήματά του και εικόνες του Άγγελου Παπαδημητρίου, εκδ. Άγρα, 1999 (δείτε το στο biblionet)].

h1

3. «It will snow wine, it will rain chickens…»

20 Δεκεμβρίου, 2009

Yes, when all the world from Paris to China
Pays heed to your doctrine, O divine Saint-Simon,
The glorious Golden Age will be reborn.
Rivers will flow with chocolate and tea,
Sheep roasted whole will frisk on the plain,
And sauteed pike will swim in the Seine.
Fricasseed spinach will grow on the ground,
Garnished with crushed fried croutons;
The trees will bring forth apple compotes,
And farmers will harvest boots and coats.
It will snow wine, it will rain chickens,
And ducks cooked with turnips will fall from the sky.

→ Langle and Vanderburch, Louis-Bronze et le Saint-Simonien, Theatre du Palais-Royal, February 27, 1832
[cited in Walter BenjaminThe Arcades Project, trnsl. by Howard Eiland and Kevin McLaughlin, Harvard University Press, USA, 2002]

h1

2. Φιλελλήνων και Όθωνος

20 Δεκεμβρίου, 2009

Η πολυκατοικία του Πέτρου Γιάνναρου στη διασταύρωση των οδών Φιλελλήνων και Όθωνος. Μελέτη του αρχιτέκτονα Αλ. Μεταξά, 1917, 1927. (φωτ. 1990) Πηγή: Μανόλης Β. Μαρμαράς (1991)

[…] η αφορμή για την επιβολή των περιορισμών στα ύψη των κτιρίων δόθηκε από μια συγκεκριμένη εφαρμογή οπλισμένου σκυροδέματος σε πολυώροφο κτίριο. Πρόκειται για την κατασκευή το 1917 της επταώροφης οικοδομής, ιδιοκτησίας Γιάνναρου, στη γωνία των οδών Φιλελλήνων και Όθωνος της πλατείας Συντάγματος […]. Το νέο κτίριο ξεσήκωσε θύελλα διαμαρτυριών μεταξύ των τεχνικών, αλλά και των ευρύτερων αθηναϊκών κύκλων, λόγω των αρνητικών επιπτώσεων που συνεπαγόταν με την οπτική ενόχληση που προξενούσε στο τοπίο της πόλης και ιδιαίτερα στην απρόσκοπτη θέαση του βράχου της Ακρόπολης. Προϊόν ακριβώς του κλίματος που δημιουργήθηκε ήταν η προώθηση του νόμου 858 της 6.9.1917 και η εξειδίκευση που αυτός έλαβε με την έκδοση του βασιλικού διατάγματος της 27.11.1919. […]

Μανόλης Β. ΜΑΡΜΑΡΑΣ, Η αστική πολυκατοικία της μεσοπολεμικής Αθήνας: Η αρχή της εντατικής εκμετάλλευσης του αστικού εδάφους, εκδ. Πολιτιστικό Ίδρυμα Ομίλου Πειραιώς, Αθήνα, 1991 [δείτε το στο biblionet.gr]

h1

1. «Αν βαδίζετε έξω…» / «If you are out walking…»

18 Δεκεμβρίου, 2009

Ο ΝΤΗΛΕΡ : Αν βαδίζετε έξω, αυτή την ώρα και σ’ αυτό το μέρος, είναι επειδή ποθείτε κάποιο πράγμα που δεν έχετε, κι αυτό το πράγμα, εγώ, μπορώ να σας το προμηθεύσω· διότι αν είμαι σ’ αυτή τη θέση πολύ περισσότερο χρόνο πριν από σας και για πολύ περισσότερο χρόνο από σας, κι αν ακόμη κι αυτή η ώρα που είναι η ώρα των άγριων σχέσεων ανάμεσα στους ανθρώπους και τα ζώα δεν με διώχνει από δω, είναι επειδή έχω αυτό που χρειάζεται για να ικανοποιώ τον πόθο που περνά μπροστά μου, κι αυτό είναι σαν ένα βάρος που πρέπει να το ξεφορτώσω πάνω σ’ οποιονδήποτε, άνθρωπο ή ζώο, που περνά μπροστά μου.

→ Bernard-Marie KOLTESΣτη Μοναξιά των Κάμπων με Βαμβάκι, μτφ: Δημήτρης Δημητριάδης, εκδ. Άγρα, 1990 [δείτε το στο books.gr]

__________

The Dealer If you are out walking at this hour and in this place, you must want something, and that something I’m sure I may help you with; because I was here on this spot long before you came by, and will be here long after you’ve gone, not even the savage grapplings of man and beast that occur at this hour scare me away, and that’s because I’ve got what those who pass by here want, which is like carrying a weight you have to unload on whoever does pass, be they man or beast.

→ Bernard-Marie KOLTESIn the Solitude of Cotton Fields, trnsl: Jeffrey Wainwright, ed. Methuen Publishing Limited, Great Britain, 2001 [δείτε το στο google books]

__________

LE DEALER Si vous marchez dehors, a cette heure et en ce lieu, c’est que vous desirez quelque chose que vous n’avez pas, et cette chose, moi, je peux vous la fournir ; car si je suis a cette place depuis plus longtemps que vous et pour plus longtemps que vous, et que meme cette heure qui est celle des rapports sauvages entre les hommes et les animaux ne m’en chasse pas, c’est que j’ai ce qu’il faut pour satisfaire le desir qui passe devant moi, et c’est comme un poids dont il faut que je me debarrasse sur quiconque, homme ou animal, qui passe devant moi.

→ Bernard-Marie KOLTESDans la solitude des champs de coton, Les Editions de Minuit, Paris, 1986 [δείτε το στο google books]